Τρίτη 28 Μαΐου 2019

Η Ελένη Αχλιόπτα - Κουνή γράφει για το βιβλίο "Θάλασσα κι Ουρανός" της Στέλλας Πετρίδου


Η Στέλλα Πετρίδου μας συστήθηκε το 2015 με την ποιητική της συλλογή «Μίλα μου γι’αγάπη», που είχαμε παρουσιάσει σε αυτόν εδώ το χώρο μαζί με τα μελοποιημένα ποιήματά της. Στην πρώτη της κιόλας συλλογή είχε διακριθεί η αισθαντικότητα της γραφής της και η ευαισθησία με την οποία αφουγκράζεται τα μηνύματα των καιρών μας. Συνέχισε με τον «Αποχωρισμό» και την «Προσφυγιά» το 2016, πάντα μελοποιώντας κάποια από τα ποιήματά της. Στα δύο αυτά χρόνια γνώρισε διακρίσεις και βραβεύσεις σε ελληνικούς και διεθνείς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς.
Εφέτος μας επανασυστήνεται με τη νέα της ποιητική συλλογή «Θάλασσα κι ουρανός», από την οποία δέκα ποιήματα έχουν μελοποιηθεί και συνοδεύουν την καλαίσθητη έκδοση του «Άλφα-Πι».
Όσο περνά ο καιρός, πιο ώριμη και πιο ψαγμένη η ποιήτρια, η οποία είναι αξιωματικός του Λιμενικού Σώματος και μητέρα τριών μικρών παιδιών, με τα μάτια της ψυχής της ορθάνοιχτα βλέπει γύρω της μια πραγματικότητα που καθημερινώς μετουσιώνεται, αλλάζει όχι πάντα στο καλύτερο.
«Η Ποίηση, λέει η Κική Δημουλά, βοηθάει όσο το κερί σε ένα σκοτεινό ξωκλήσι με φευγάτους όλους τους αγίους, παρηγορεί αυτούς που πιστεύουν στη μαγεία της….». Η εποχή μας, όντως, είναι «σκοτεινή και δύσκολη», γι΄αυτό μας συγκινεί η διαδρομή ενός ανθρώπου στα μονοπάτια της ποίησης, η αγωνιώδης αναζήτηση της ποιητικής του ταυτότητας.
Η Στέλλα έχει τεντωμένα τα αυτιά της και ακούει ήχους. Έχει ανοιχτά τα μάτια της και συλλαμβάνει τις εικόνες και τις στιγμές της καθημερινότητας και τις λεπτομέρειες της φύσης. Έχει την καρδιά της ανοιχτή, για να δεχτεί  συναισθήματα και να μεταδώσει συναισθήματα.
Ζώντας για αρκετά χρόνια στις Οινούσσες, δεν μπορούσε παρά να μαγευτεί από τη ναυτική παράδοση του τόπου αυτού και να ενστερνιστεί την ίδια αγάπη για τη θάλασσα :
Μάγισσα,
που κλέβεις την καρδιά μου και μεθάς
κάθε κρυφό μαράζι μου και πόθο,
για σένα στα βαθιά σου ναυτικός
να σ’ανταμώσω.
Θάλασσα!
Μια λεπτή γραμμή χωρίζει το εγώ από το εμείς, το εσύ από το αυτός, η θάλασσα παίρνει ψυχή, προσωποποιείται, προκαλεί και προσκαλεί, μαγεύει και απωθεί, πικραίνει και ευχαριστεί, γίνεται τη μια στιγμή κάλεσμα ερωτικό και την άλλη μάγισσα φοβερή με καταστροφικές δυνάμεις:
Απέραντη, ανεξάντλητη,
ορμητική, φουρτουνιασμένη,
κρυστάλλινη, ηλιόλουστη,
γαλήνια, θεριεμένη.
Αστείρευτα ρομαντική,
απίστευτα ανυπόφορη,
γαλήνια, κρύα,
δαντελένια, εκκεντρική.
Μάγισσα, αφέντρα,
γυναίκα κι ερωμένη.
Θάλασσα,
Όλα εσύ!
Διακρίνεται η πορεία από ποίημα σε ποίημα να βρεί η ποιήτρια τα στηρίγματά της, για να μεταδώσει στον αναγνώστη τα συναισθήματά της, να αποκαλύψει την ευαισθησία με την οποία πλησιάζει το θέμα της, να δείξει αυτό που βλέπει εκείνη, όταν ξεκουράζει το βλέμμα της στο απέραντο γαλάζιο που την περιβάλλει. Μια λεπταίσθητη ισορροπία ανάμεσα στα ευφρόσυνα συναισθήματα και τη λύπη, ανάμεσα στη χαρά και τον πόνο που γεννά η θάλασσα:
Γαλάζια πανδαισία μπροστά σου σε μαγεύει.
Τι όμορφη, θα πεις, τα πάθη σου θεριεύει.

Πόσα τραγούδια λύγισαν σαν είπαν τ’όνομά σου;
Πόσοι καημοί στα γαλανά νερά σου κολυμπούν;
Και πόσα είναι τα τάματα μανάδων που πονάνε.
για τα παιδιά που σπίτι τους εσένανε ζητάνε;

Ρυτίδα μου στο μέτωπο μ’αλάτι χαραγμένη.
Τα χέρια γέρικα, γυμνά, μ’αλμύρα πότισα.
Μα ποια στεριά να συγκριθεί με σένα, μαγεμένη;

Πόσες εμπειρίες αποθησαυρισμένες, πόση πλησμονή συναισθημάτων, πόση συγκίνηση, πόσο πάθος και πόσος πόνος:
(Αυτό το αχ! Σελίδα 44)
Η Στέλλα Πετρίδου ενδιαφέρεται να εστιάσει τη ματιά της σε ένα θέμα αυτή τη φορά: τη θάλασσα. Κοντά σε αυτήν, όμως, παρελαύνουν τα πρόσωπα: ο νέος που νιώθει το κάλεσμα της θάλασσας, ο ναυτικός, η μάνα, ο απόμαχος, η κοπέλλα που μένει στο νησί και καρτεράει το παλικάρι, ένας ολόκληρος κόσμος που ζει και αναπνέει στην ανασεμιά της θάλασσας. Το σκηνικό που έχει στηθεί μας φέρνει από τα βράχια του νησιού στο πέλαγος, από το μικρό σοκάκι στο γαλάζιο ορίζοντα, απ’ τη μέση του πελάγου στο λιμάνι και στο καρνάγιο με τα γερασμένα σκαριά:
(Το σκαρί Σελίδα 35)
Πλήθος εικόνες οπτικές και ηχητικές, πανδαισία χρωμάτων στολίζουν τον ποιητικό της κόσμο και είναι τα κυριότερα μέσα που οδηγούν σε ένα ελκυστικό αισθητικό αποτέλεσμα. Παράλληλα με την εικονοπλασία της, προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργούν τα όχι πολλά εκφραστικά μέσα, κυρίως μεταφορές και λίγα υπερβατά: (μέσα στης Σμύρνης την ποδιά χωμένο, στη μοναξιά μου βάζω μπρος, ουρανός ζαφείρι, το χθες μου σεντούκι με άπειρους θησαυρούς, ο ήλιος έλαμπε χρυσώνοντας τη θάλασσα, έπιασε στεριά το πλοίο, έπιασε στεριά κι ομόρφυνε απότομα η νυχτιά).
Και εκόνες:
Φουρτούνιασε ο καιρός και το καράβι γέρνει
τραντάζει το σκαρί του με μανία
κάθε που κύμα χείμαρρος το παρασέρνει.
……………………………………………………
Γύρω πανιά να σκίζονται ένα ένα
κι η άγκυρα μικρή και πώς ν’αντέξει;
Θα τον περάσουμε και τούτον τον αγέρα
Κι ο ήλιος πάλι πλάι μας θα φέξει.
………………………………………………….
Γύρω σου χρώματα, χρώματα.
Φώτα παντού και μουσικές.
Μέρα και νύχτα φωνές στους δρόμους,
στους παραδρόμους, στις γειτονιές.
………………………………………………….
(Φωτιά Σελίδα 59)
Υπάρχει περισσότερη μέριμνα για το ρυθμό των στίχων και λιγότερο για την ομοιοκαταληξία, στοιχείο που δίνει μεγαλύτερη άνεση στην ποιήτρια, χωρίς να παρασύρεται στην πεζολογία. Διατηρείται ο προσωπικός τόνος με τη χρήση του α΄ενικού προσώπου τις περισσότερες φορές, πράγμα που τονίζει το συναίσθημα. Προχωράει, όμως, παραπέρα και κάνει συνδυασμούς εικόνων και συναισθημάτων, που καταλήγουν σε γοητευτικό αποτέλεσμα: Για τη μάνα το παιδί είναι το θαλασσοπουλάκι, που το εμπιστεύεται σε μια άλλη μάνα να το φυλάει, τη θάλασσα…Έτσι καταφέρνει να ανασυνθέσει την παραγματικότητα με ένα δικό της τρόπο, που μας αγγίζει και μας συγκινεί.
Τη Στέλλα Πετρίδου την ενδιαφέρει να μην απομακρυνθεί από αυτό που αισθάνθηκε, γιατί θέλει να μας μεταδώσει ατόφια τη συγκίνηση που η ίδια ένιωσε.
Κανείς δεν είπε ότι είναι εύκολη η τέχνη της ποίησης. «Κι εδώ που έφτασες λίγο δεν είναι, μεγάλη η δόξα» απαντάει ο Θεόκριτος στον Ευμένη, όταν του παραπονείται ότι έχει γράψει μόνο ένα ποίημα και βρίσκεται ακόμα στο πρώτο το σκαλί της μεγάλης κλίμακας της Ποίησης.
Η Στέλλα και σε αυτήν την ποιητική της συλλογή μας αποκαλύπτει τον εαυτό της και τις ευαισθησίες της, φανερώνοντας, παράλληλα, την αφοσίωσή της στην ιδέα της ποίησης και την επιμονή της να μας μεταδώσει ακέραια τα συναισθήματά της. Εμείς, οι αναγνώστες, νιώθουμε τα χτύπημα της καρδιάς της και καταφέρνουμε να ταυτιστούμε, γιατί – όπως είπε ο Καβάφης – «Η ποίηση κάνει για λίγο να μη νιώθεται η πληγή από το φρικτό μαχαίρι του χρόνου…»

05-05-2017
Ελένη Αχλιόπτα-Κουνή
Διευθύντρια του Ναυτικού Μουσείου Οινουσσών
Συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου