Δευτέρα 20 Μαΐου 2019

Η Χρύσα Νικολάκη γράφει ξανά για τo βιβλίο "Έρωτας είναι" της Στέλλας Πετρίδου


   Γεννημένη στο νησί της Λέσβου η Στέλλα Πετρίδου, όπου γέννησε την σαπφική λυρική ποίηση, πώς να μην επηρεαστεί και εμποτιστεί με την  ικανότητα να συγκινεί και να μεταφέρει μελωδικά τα ποιήματα της στις ψυχές μας; Όμως η Στέλλα Πετρίδου πέραν του ταλέντου της να προσδίδει μελωδικότητα, έχει την ικανότητα να καταδύεται στον εσωτερικό της κόσμο με μεγάλη μαεστρία και να αλιεύει με αγαστό και άδολο τρόπο της ψυχής της τα πονήματα, μεταφέροντας τα στο αναγνωστικό κοινό με λυρισμό και καθαρότητα γραφής.
    Απαλλαγμένη από βερμπαλισμούς, διεισδύει στα απόκρυφα του έρωτα και με αγνότητα ψυχής αποδίδει σε αυτόν τον μεγάλο Θεό την τιμή που του αξίζει. Με μια γραφή αέναη, αβίαστη, συγκινησιακά φορτισμένη από πόθο, λαχτάρα, προσμονή αλλά και όλα τα παρελκόμενα που αυτό το θείο συναίσθημα φέρει, την απογοήτευσή, τον φόβο της απώλειας, την έλευση του θανάτου. Γιατί έρωτας και θάνατος οδεύουν μαζί, όταν το αντικείμενο του πόθου είναι απών. Ο έρωτας λυσιμελής γονατίζει τον άνθρωπο, ο οποίος απεκδύεται τη χαρά, την ελπίδα, το χαμόγελο. Όπως γράφει η ποιήτρια εκείνος είναι τα πάντα: «Η πρώτη μου εικόνα, ένα φως μέσα απ’ το όνειρο. Η πρώτη μου ανάγκη, στα χείλη χαμόγελο. Η πρώτη μου πράξη μια σπίθα του έρωτα. Η πρώτη μου λέξη. Γροθιά στ’ αφανέρωτα.» Ο έρωτας φέρνει την Άνοιξη, με άνθη αμυγδαλιάς, χαρίζει ζεστό φιλί στα χείλη. Απαιτεί μόνο να τον προσέχεις. Είναι η μόνη ρήτρα που ορίζει. Είναι συνοδοιπόρος του φόβου, γι’ αυτό και η αγάπη πρέπει να μάχεται σαν λιοντάρι στο αντιφέγγισμα του φόβου, να πνίγει τις σκιές της προδοσίας, να εμπιστεύεται και να ελπίζει.
   Η γλυκιά μελαγχολία και ο νόστος του απραγματοποίητου υφολογικά χαρακτηρίζουν τα ποιήματα της μαζί με τη χαρά και τη μέθεξη της ερωτικής συμπόρευσης. Άλλωστε ο έρωτας, όπως έλεγε η μεγάλη ποιήτρια Σαπφώ, συγκλονίζει την καρδιά όπως ο άνεμος που κατεβαίνει από το βουνό τραντάζει τις βελανιδιές.
   Στο ποίημα Εσύ μ’ αγνοείς ακριβώς αυτό το τράνταγμα ψυχής αντικρίζουμε. Που μέσα σε τέσσερις στροφές εμπεριέχει τον απόηχο του έρωτα όταν εκείνος είναι ατελέσφορος. Γράφει:
«Κάπου στο χρόνο χαρακώνω τη μορφή μου/και τη κεντώ με δυο κουβέντες του θανάτου/να ναι κατάθεση ψυχής στο πέρασμα μου/κι όσα που θέλησα δεν μπόρεσα να πω».
   Στην Λύτρωση αναζητά στο φως την ελευθέρια, η δύναμη της αγάπης προσπερνά την εκδικητική μανία, αντιθέτως ενδύεται την αγάπη, παλεύει με τους κρυμμένους δαίμονες, ξορκίζει το κακό με την ελπίδα της σωτηρίας, της έλευσης της αγάπης.
   Ο πόνος σφιχτοδεμένος με τον έρωτα παρασύρει την ψυχή στη θλίψη αλλά η αγάπη αληθινή πάντα ελπίζει, πάντα προσδοκά το παράθυρο στην ευτυχία. «Πριν μου κλείσουν τα μάτια/να ξεδιπλώσω ότι ένιωσα με πάθος/αγάπη αληθινή για σένα να ντυθώ».
   Η θάλασσα, βασικός άξονας της ποίησης της, είναι πηγή έμπνευσης και δημιουργίας. Η τιτλολογία της συλλογής το προδίδει: Στου πόθου το λιμάνι, Φρέσκο νερό του έρωτα, Ταξίδι λαθραίο, Φωτιά θαλασσινή. Άλλος κεντρικός πυλώνας της είναι ο έναστρος ουρανό και το φως.
Από άποψη τεχνικής εντυπωσιακή είναι η ικανότητα της να μπαίνει σε θέση ανδρός προφέροντας τα  ερωτικά λογία στην αγαπημένη.
   Στο ποίημα  «H κόρη του γιαλού» με ρυθμομετρική δομή και εξαίσιο ρομαντισμό υμνεί τη γυναίκα, που ενδύεται το υγρό στοιχείο και μετενσαρκώνεται σε κόρη του γιαλού. Συνειρμικά ο νους μας πηγαίνει σε μια άλλη κόρη, αυτή του Παπαδιαμάντη, στον ερωτικό Παπαδιαμάντη, με τις ποιητικές, αισθησιακές εικόνες των αβάσταχτων ερώτων. Η κόρη του γιαλού, η επονομαζόμενη: «Λουλούδω», η οποία περιμένοντας έγινε ένα ανθός πάνω στα κύματα, άνθος του γιαλού.
   Εδώ, στη Στέλλα Πετρίδου, η κόρη, στη μέση του γιαλού, εστεμμένη με φιλιά, κάνει ευχές για  μια αγάπη αληθινή.
«Στα δυο της μάτια
ρίζωνε η χαρά
κι όλο ανθούσε
κι έγνεφε ψηλά».
   Στον Παπαδιαμάντη το Άνθος του Γιαλού έγινε άνθος, αφρός τού κύματος.  Η Σπίθα εκείνη, ἡ φωτιά τού πελάγους είναι ἡ ψυχή τού Βασιλόπουλου, πού έλιωσε και σβήσθηκε στα σίδερα της φωτιάς. Εδώ, στην κόρη του γιαλού, η παπαδιαμαντική επιρροή είναι έντονη κάτι που διαφαίνεται ιδιαίτερα στον παρακάτω  στίχο: «Γύρω της μ’ άστρα άναβε φωτιές να βρίσκουν ζέστη κι αγκαλιά οι μοναξιές».
   Ο θρόνος του έρωτα είναι ταξίδι στη ζωή, ακόμα και εν απουσία του, αποκτά ζωή μέσα στο όνειρο. Είναι στην Κόλαση καθάριο φως , γη και ουρανός, είναι αστέρι μακρινό, είναι απωθημένο μα και προσδοκώμενο. 
Γράφει:
«Σ’ ένα ποτήρι καθρεφτίζω την ελπίδα/αυτή που χρόνια περιμένει τη μορφή σου./Κι αν ξεγελά η μέθη πρόσκαιρα τη δίψα,/φτάνει που έμαθε γι’ αγάπη να ελπίζει».
   Τα υπερρεαλιστικά στοιχεία εμπλουτίζουν την ποίηση της ορμώμενα από τα στοιχεία της φύσης ενώ η μεταφυσική πνοή σε αρκετά της ποιήματα μας παραπέμπει στους ρομαντικούς της Αναγέννησης εκφράζοντας την υπερβατική αλήθεια, πέρα από την επιφανειακή πραγματικότητα του κόσμου.
Γράφει:
«Mαύρη φυλακή και μια ζωή που δε γελάει δυνατά. Άμοιρη ψυχή. Στα υπόγεια δαίμονας φυλάει τα κλειδιά.» όπως και στον στίχο «Αστέρι μακρινό καθρέφτης γίνε της δίκης μου αγάπης. Πως να ξεδιψώ την ψυχή μου με πανσέληνο; /ν’ ακροβατώ πάνω σε κάστρα από σκόνη;»
    Ο άνθρωπος στο ρομαντικό ιδεώδες είναι ένα ανήσυχο πλάσμα που επαναστατεί ενάντια στον κόσμο και βρίσκεται σε μια συνεχή ψυχική ανισορροπία. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, ο ρομαντικός λυρισμός αναδεικνύει ήρωες ανήσυχους και μελαγχολικούς, πλημμυρισμένους από το αίσθημα της απελπισίας, από το αίσθημα του μοιραίου και του ανολοκλήρωτου. Ως προς αυτό ανατρέχουμε στο ποίημα Μοίρα μου να’ σαι, όπου με λυρικό τρόπο γράφει:
«Μα αν  το δικό μου το πολύ σου μοιάζει λίγο/αν η αγάπη μου για ‘σενα βαθιά μοιάζει πληγή/χώρο σου αφήνω να πετάς/φτάνει για πάντα ευτυχισμένη να ‘σαι εσύ/κι ας με πεθαίνεις δυο φορές κι ας με πονάς.»
   Πίσω όμως από το μοτίβο της μοναξιάς και του φόβου του αποχωρισμού ενυπάρχει και ζει στέρεα μέσα της η ελπίδα που καθαγιάζει πλείστα από τα ποιήματα της με το φως της αιώνιας αγάπης.
Γράφει:
«Λουλούδι της ψυχής μου ερημωμένο/πόσο ακόμα θα σκορπάς χωρίς αγάπης τάμα;/Πάρε τη σκέψη μου ξανά κουβέρτα σου και  κάνε/ ευχή ζεστή να αναστηθεί το πιο δικό μας θαύμα.»
   Στο ομότιτλο τραγούδι της ποιητικής της συλλογής δίνεται ο προσωπικός της ορισμός του έρωτα. Μέσα από το όνειρο ο έρωτας υλοποιείται, φωτίζει το κενό συμπορευόμενος με τον πόθο, ο οποίος οδηγεί στην ευτυχία, στην λύτρωση από τη μοναξιά.
   Συμπερασματικά, ο έρωτας στην ποίηση της Στέλλας Πετρίδου πάντα άχρονος, ελπίζει, υπομένει και ονειρεύεται το μονοπάτι της λύτρωσης. Η ποιήτρια με μια γραφή ζωντανή σαν γάργαρο νερό εξυμνεί τον έρωτα, τον τοποθετεί στο ιερότερο βάθρο της ζωής, τον μετατρέπει σε τραγούδι, τον ανάγει σε ζωοδότη Θεό του φωτός. Τον απελευθερώνει στην απεραντοσύνη της αγάπης.

Χρύσα Νικολάκη
Ο λόγος της στην επίσημη παρουσίαση του βιβλίου στον Πειραιά, την Τετάρτη, 06 Μαρτίου 2019.
Πρώτη διαδικτυακή δημοσίευση εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου