Περιοδικό: texnesonline.gr
11-04-2021
Αναρτηθείσα: εδώ
Δεν ξέρω ποια μοναξιά είναι πιο δύσκολη, αυτή που βιώνουμε μέσα μας ή αυτή που βιώνουμε γύρω μας; Τι είναι πιο σκληρό, τελικά, να απουσιάζουν πρόσωπα από κοντά μας ή να απουσιάζει ο ίδιος μας ο εαυτός, με αποτέλεσμα να νιώθουμε κενοί και άδειοι; Η μοναξιά είναι συχνά σιωπηλή και συνοδεύεται από έλλειψη βοήθειας, έλλειψη ελπίδας για τη δημιουργία σχέσεων, ματαιότητα, ντροπή ή ακόμη και από ένα βαθύ αίσθημα προσωπικής ανυπαρξίας. Πορεύεται ο άνθρωπος απομονωμένος από τους άλλους ανθρώπους, αποκομμένος, μοναχικός.
Αυτή η μοναξιά, η οποία συχνά συνδέεται μ’ έναν φόβο για τη στενή επαφή ή με αισθήματα απόρριψης και ντροπής ή με την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είναι ανίκανοι ν’ αγαπηθούν, είναι σε όλους μας γνώριμη, είτε σε μεγαλύτερο είτε σε μικρότερο βαθμό. Αν και οι περισσότεροι από εμάς είναι πιθανό να νιώθουμε μόνοι μας όταν είμαστε όντως μόνοι, είναι σαφές ότι η μοναξιά και το να είναι κάποιος κυριολεκτικά μόνος του δεν ταυτίζονται. Μπορεί να είναι κανείς μόνος του και να μη νιώθει μόνος, ή μπορεί να είναι μαζί με δικούς του ανθρώπους ή ανάμεσα στο πλήθος κι όμως να νιώθει απομονωμένος.
Μια έξοδος κινδύνου για να ξεφύγει ένας άνθρωπος από την μοναξιά που τον καταδυναστεύει, είναι να προσεγγίσει ένα άλλο πρόσωπο, είτε φιλικά είτε ερωτικά. Εκείνος που αποφασίζει να ερωτευτεί, είτε σκόπιμα είτε άθελά του, είναι εκείνος που έχει συνειδητοποιήσει τη μοναξιά του και είναι έτοιμος να περάσει τα σύνορα του εαυτού του. Εξάλλου, η ψυχική σύζευξη είναι δυνατή μόνο ως ένωση των δύο μοναξιών. Πρόκειται για ένα διπλό ένστικτο που τον οδηγεί να ψάξει μέσα του και ταυτόχρονα να προχωρήσει πέρα και μακριά από τον εαυτό του, αναγνωρίζοντάς το είναι του στο πρόσωπο που στέκεται απέναντί του.
Τι γίνεται, όμως, όταν καταφέρει και αγγίξει το μεγαλείο του έρωτα, όταν τον ζήσει στο μέγιστο βαθμό, όταν στηρίξει όλα του τα συναισθήματα επάνω του κι εκείνος αποφασίσει μια μέρα, εντελώς άξαφνα, να τον εγκαταλείψει; Πόσο αβάσταχτη μπορεί να γίνει μια καινούρια μοναξιά; Πώς μπορεί κάποιος να επιστρέψει στον εαυτό του, ενώ, πλέον, έχει δεθεί και έχει απόλυτη ανάγκη τον άλλον; Τρομακτικό, επώδυνο, επίπονο και αβάσταχτο το αποτέλεσμα.
Πόσες φορές δεν έχουμε ξοδέψει χρόνο, συναισθήματα, σκέψεις, κομμάτια από εμάς, για να γεμίσουμε τα κενά του είναι μας, να σφαλίσουμε κάθε χαραμάδα που δημιουργήθηκε ενδόμυχά μας, να κλείσουμε κάθε τρύπα που άνοιξε η ψυχή μας; Πολλές... Κι αυτό, γιατί, είτε από λάθος συναναστροφές, είτε από λάθος κινήσεις και αφελή βήματα, προσκαλέσαμε τη μοναξιά στην πόρτα μας κι εκείνη μας πρόσφερε απλόχερα την παρέα της.
Η ποιήτρια και στιχουργός Στέλλα Πετρίδου έρχεται, μέσα από την πρόσφατη κυκλοφορία της ποιητικής και μουσικής της συλλογής που φέρει τον τίτλο «Έλα ξανά» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν», να υμνήσει μια έννοια, που, λίγο ή πολύ, ταλανίζει τους περισσότερους ανθρώπους στον επίγειο κόσμο και αυτή δεν είναι άλλη από την έννοια της μοναξιάς, όπως αυτή βιώνεται, γίνεται αντιληπτή και ερμηνεύεται από τον καθέναν μας. Φυσικά, κι ο έρωτας δεν θα μπορούσε να λείπει από τα γραφήματα και τα τραγούδια της, μιας και για εκείνη η παρουσία του αποτελεί πάντα την κινητήριο δύναμη που κάνει την πένα της να χορεύει ακατάπαυστα γύρω από τα δάχτυλά της.
Μέσα στις 96 σελίδες του βιβλίου της η ποιήτρια μυεί τον αναγνώστη της σε έναν κόσμο, όπου δεσπόζει η κυριαρχία των συναισθημάτων μιας μοναχικής ψυχής με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η εσωτερική πάλη, που, ενδεχομένως, καλά κρατεί μέσα της, ανάμεσα στην ίδια και τον εαυτό της, αλλά, κυρίως, ανάμεσα σ’ εκείνη και τα συναισθήματά της, καθιστούν τον αγώνα της για καθημερινή επιβίωση αρκετά κοπιαστικό και επίπονο. Η μοναξιά στα γραπτά της, φυσικά, ποτέ δεν έρχεται μόνη της, καθώς πάντα κουβαλά στις πλάτες της το δίχτυ της συντριβής, αυτό που απρόβλεπτα και ανυποψίαστα απλώνεται σαν απειλή στα υποψήφια θύματά της καθιστώντας τη μάχη της απελευθέρωσης κοπιώδης και αδιάκοπη.
«Το κυνήγι του πόθου
μαστιγώνει τη ρουτίνα
της ανέκφραστης,
αψεγάδιαστης απραξίας.
Δειλία τη βάφτισαν
ευλαβικά
οι θαρρετοί καβαλάρηδες
των μεγάλων ονείρων.»
Πόσο ικανός μπορεί να σταθεί ένας μεγάλος πόθος, πόσο δυνατός μπορεί να φανεί απέναντι σε μια σκληρή μάχη με τη ρουτίνα και την καθημερινότητα; Ποιος βγαίνει νικητής, συνήθως, μετά από μια τέτοια αναμέτρηση; Η απραξία έχει έκφραση, έχει μορφή κι ας μην έχει κίνηση, έχει το πρόσωπο της αδράνειας, τα χαρακτηριστικά της πλήρης νέκρωσης, του απόλυτου τίποτα. Μα, το πάθος και η ανάγκη για ζωή είναι πάντα εκείνα που μαστιγώνουν την αδυναμία και στο τέλος νικούν. Γιατί η δίψα της υπεροχής δικαιώνει την πάλη για τη διεκδίκηση. Η μοίρα υποχωρεί, η δειλία σκοντάφτει στη σκιά της και τα όνειρα βρίσκουν την αφορμή που ψάχνουν για να γίνουν πραγματικότητα, όταν το θάρρος και τα παθιασμένα ένστικτα πρωτοστατούν σε κάθε βήμα και ευχή ως την εκπλήρωση των ονείρων, ως την απόκτηση των πολυπόθητων ζητούμενων, ώσπου η απραξία να δώσει τη σκυτάλη της στην πράξη.
«Η ζωή μου δόθηκε για σένα
για να σκορπίζω τα όνειρά μου στον βυθό σου
να ‘ναι για πάντοτε μ’ αγάπη ποτισμένα
Η ζωή μου δόθηκε για σένα
δώρο υπέροχο, που τρέμω μην το χάσω
κάθε που σβήνει ο ουρανός μου απελπισμένα..»
Λένε ότι θα καταλάβεις τον μεγάλο έρωτα της ζωή σου από το πρώτο κιόλας κοίταγμα, από το πρώτο άγγιγμα, από την πρώτη επαφή, από τα πρώτα δευτερόλεπτα που θα μοιραστείς μαζί του κι έτσι αυτόματα θα του δοθείς, απόλυτα και ολοκληρωτικά. Θα αναλογιστείς ότι ήρθες σ' αυτή τη γη μόνο για να τον συναντήσεις, για να ταιριάξεις το είναι σου με το είναι του, για να κουμπώσεις την σάρκα σου στη σάρκα του, για να βουτήξεις στον βυθό του και να σκορπίσεις όλα σου τα όνειρα στα δικά του νερά. Κι όταν οι ουρανοί σου σκοτεινιάσουν, όταν τα άστρα σου σβήσουν, θα τρέμεις μήπως εκείνος, ο ένας και μοναδικός, δεν είναι εκεί για να σου «ανάψει τα φώτα της ελπίδας», μήπως πάψει να είναι η ηλιαχτίδα σου στα πυκνά σκοτάδια που λούζουν την ψυχή σου, μήπως σε καταπιεί ξανά η μοναξιά σου. Άλλωστε, τι νόημα έχει το δώρο της ίδιας της ζωής, όταν δε μπορεί κανείς να το μοιραστεί με εκείνον που αποτελεί το αναπόσπαστο κομμάτι του είναι του; Αν λείπει τ' άλλο σου μισό, μισός μένεις κι εσύ.
«Έλα ξανά», λοιπόν, θα είναι κάτι που θα λέω αρκετά συχνά στην ποιήτρια Στέλλα Πετρίδου κάθε φορά που εκείνη θα αποφασίζει να μου χτυπά την αναγνωστική μου πόρτα. Θα την προσκαλώ, ξανά και ξανά, να μου χαρίσει ένα ακόμη ταξίδι, από εκείνα που μόνο η ίδια ξέρει να μου χαρίζει μέσα από τις λέξεις και το πολύ ιδιαίτερο ύφος της γλαφυρής και ρομαντικής της γραφής. Ο ρομαντισμός κατοικεί μέσα της, η οπτική της για έναν άλλο κόσμο, πιο αθώο, πιο αγνό, κάνει φοβερά συγκινησιακή την ατμόσφαιρα, όταν παίρνω στα χέρια μου δικά της γραφήματα. Είναι κάθε φορά σαν να με παίρνει από το χέρι και να μου συστήνει έναν άλλο κόσμο, πέραν του γνωστού και συνηθισμένου, έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο έρωτας, ο δικός της κόσμος.
Είμαι πεπεισμένη, πια, ότι η ποιήτρια Στέλλα Πετρίδου γεννήθηκε σε μια λάθος εποχή, τη δική μας, ενώ εκείνη ανήκει ψυχικά στην εποχή των νεράιδων και των ξωτικών, όπου όλοι και όλα περιτυλίγονται με μαγεία, ρομαντισμό και χρυσόσκονη.
Το ταλέντο της δεν περιορίζεται μόνο στην ποίηση, αλλά αγγίζει με απόλυτη ευγένεια και σεβασμό και την τέχνη της στιχουργικής. Μπορεί και αντιλαμβάνεται τον λυρισμό που κρύβουν οι στίχοι της κι έτσι, με την βοήθεια των έμπειρων και αξιόλογων συνεργατών της, μας χαρίζει κάθε φορά μοναδικά μουσικά αριστουργήματα, που κινούνται στο χώρο του έντεχνου, του λαϊκού και του παραδοσιακού ύφους, με μια πληθώρα συνεργασιών και με μια τεράστια μουσική γκάμα. Κι αυτή τη φορά η Στέλλα έντυσε με τους συνεργάτες της τις λέξεις της με μελωδίες και γεννήθηκαν επιτυχώς 13 εξαιρετικά μουσικά κομμάτια, τα οποία συμπεριλαμβάνονται σε cd και κυκλοφορούν μαζί με την προαναφερθείσα ποιητική συλλογή με τίτλο « Έλα ξανα».
Αγαπημένη ποιήτρια, Στέλλα Πετρίδου, να έρχεσαι ξανά και ξανά. Η βιβλιοθήκη μας έχει ανάγκη τα βιβλία σου, ο κόσμος μας έχει ανάγκη ανθρώπους μετρημένους και αξιόλογους, οι ψυχές μας έχουν ανάγκη τις λέξεις σου.
Καλή επιτυχία σε ό,τι κάνεις!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου