Τρίτη 16 Ιουνίου 2020

Στέλλα Πετρίδου: Συμμετοχή στο συλλεκτικό έργο "Συνομιλώντας με τον Τάσο Λειβαδίτη", εκδόσεις Όστρια


Γύρω η σκόνη μυρίζει μπαρούτι

Καραβάνι η ελπίδα του κόσμου.
Μες στη νύχτα βαδίζει και πάει
μ’ ένα πρέπει να ρέει εντός του
κι ένα μπαμ που στα χέρια του σκάει.

Γύρω η σκόνη μυρίζει μπαρούτι
κι οι ανάσες βουίζουν σα τρένα.
Είν’ η μοίρα του άτυχου τούτη,
που δε βρίσκει χαΐρι κανένα.

Θαλασσί της ανάγκης του τ’ αύριο,
βουτηγμένο σ’ αλμύρα και δάκρυ.
Σ’ ένα σήμερα που στέκει μακάβριο,
τ’ άγνωστο τον τραβά σ’ άλλη άκρη.

Μια γυναίκα κραυγάζει βοήθεια
κι ένα όπλο στον ώμο της βάζει.
Το παιδί της σακί πα’ στα στήθια
κι όπου εχθρός τη σαστίζει, λυσσιάζει.

Γύρω η σκόνη μυρίζει μπαρούτι
κι οι ανάσες βουίζουν σα τρένα.
Είν’ η μοίρα του άτυχου τούτη,
που δε βρίσκει χαΐρι κανένα.

*****

Η ελπίδα

Πέρασ’ η μπόρα από κείνη την καταραμένη βροχή,
θυμάσαι;
Τότε που ο αγέρας της νύχτας μύριζε πόλεμο,
τότε που τα τραίνα πρασίνιζαν απ’ τους φαντάρους,
τότε που ο πόνος έπαιρνε το γέλιο μας μακριά,
πολύ μακριά, στη σκοτεινιά.
Ρώταγες μάταια, γιατί αυτό, θυμάσαι;
Μ’ απάντηση τριγύρω σου καμιά.
Τα παιδιά μεγάλωσαν πολύ πριν την ώρα τους
κι η ρουτίνα της πόλης απ’ το γκρίζο μαράθηκε.
Μια νεκρή παγωμένη εικόνα στους δρόμους,
μαχαιριά που ριζώνει βαθιά στην καρδιά.
Κι εγώ, που έζησα τον τρόμο στα μάτια σου
χρόνια ολόκληρα σα μια σφαίρα στο στήθος,
πολέμησα πολλές φορές, ξανά και ξανά,
για ν’ απαλύνω τις στιγμές, τις στιγμές τις παγερές,
τότε που η σιωπή δυνάμωνε,
κι η μνήμη σεργιανούσε πέρα ως πέρα.
Κι έλεγα κάθε φορά,
αχ να ’ναι τούτη η τελευταία,
που η οδύνη θα ορίσει το γραμμένο
κι η ανάμνηση θα σβήσει απ’ το φως τη χαραυγή.
Ώσπου ένιωσα επιτέλους το χέρι σου
σα βάλσαμο στο χέρι μου.
Ώσπου είδα στα μάτια σου
μια αδιάβροχη ελπίδα να λάμπει.
Μου ’φτανε για να προσμένω με λαχτάρα το αύριο,
τη χαρά τη μεγάλη.
Αγαπημένε,
τη μοναξιά μας νικήσαμε με έρωτα
και του πολέμου την πίκρα την αντέξαμε μαζί.
Μαζί στη ζωή που με πάθος ποθήσαμε.
Πέρασαν τα χρόνια από κείνη την ανελέητη μπόρα.
Πείσμα με πείσμα στο τώρα βρεθήκαμε.
Θράσος με θράσος γι’ αγάπη μιλούμε.
Μα ο αγέρας της νύχτας μυρίζει ακόμα πόλεμο,
κοίτα!
Λες και τίποτα τριγύρω δεν έχει εν τέλει αλλάξει
κι ας είναι στραμμένα τα μάτια μας στον ήλιο
κι ας έχουμε δώσει υπόσχεση πως ποτέ πια,
ποτέ το ίδιο αίμα δε θα στάξουμε.
Μια φωνή αντηχεί στον αγέρα.
Μια μάνα το παιδί της πενθεί.
Μια ευχή μες στη φλόγα σκορπίζει.
Κι ο πόλεμος, το ίδιο άγριος, όπως και τότε.
Η ελπίδα αρρωσταίνει χρόνο με το χρόνο.
Πάρε με αγκαλιά! Ίσως τη σώσουμε!
Ίσως ακόμα μπορούμε!

*****

Υποσχέσεις ψυχών

Νιώθω τα θέλω να κρύβονται
σε χέρια σφιγμένα από φόβο,
σε μάτια βρεγμένα κι ανήμπορα,
σ’ αγκαλιές αδειανές,
σε καρδιές ραγισμένες.


Νιώθω το χειμώνα οδύνη στο πλάι τους,
το φραγμό στη χαρά τους γιγάντιο,
το κενό στ’ όνειρά τους παρόν
κι έν’ αντίο που στη θλίψη τους ρίχνεται.

Κι όμως πάντα η σκέψη μου
ελεύθερη αφήνεται εκεί
που με πείσμα ανθίζει ο Αύγουστος
κι απ’ τον ήλιο του βρέχει φιλιά
εκπληρώνοντας υποσχέσεις ψυχών
που ακόμα ελπίζουν σε θαύματα.

*****

Τ' όνομά σου

Κι έπειτα βρήκα μια θέση στη ζωή σου, αγαπημένε,
κι άρχισα ν’ ανθίζω στο περβόλι του έρωτά σου.
Άλλαξα, θαρρώ.
Τώρα οι μέρες μου σκορπίζουν φως
και τα σκοτάδια πια μαραίνουν στα όνειρά μου,
μεταμορφώνοντας το άδειο μου εγώ
σ’ ένα επίγειο μπορώ.
Ζωή.
Ζωή φορώ
κι έχω ζακέτα τ’ όνομά σου.

*****

Αχτίδα

Πες το, ψυχή μου! Μη διστάσεις απόψε!
Είναι η νύχτα φωτισμένη από έρωτα
κι όλα τ’ αστέρια για τα μάτια σου λάμπουν.
Φώναξέ το λοιπόν δυνατά!
Αγάπη! Αγάπη! Αγάπη!
Να ’ν’ η φωνή σου κραυγή μες στα πέλαγα,
μι’ ανασαιμιά στην καρδιά που διψάει
να ζήσει με τ’ όνειρο που ο πόθος της έπλασε
κι η ευχή της δυνάμωσε στο ταξίδι του χρόνου.
Αγαπημένε,
τώρα η ώρα απ’ το ρίγος ξεχείλισε
κι ένα χαμόγελο στα χείλη μας σκάει.
Είν’ η χαρά που το δώρο της χάρισε
στη δική μας σιωπή, στη δική μας στιγμή.
Οι εφιάλτες δε θα ’ρθουν συντροφιά μας το χάραμα.
Μια ελπίδα τ’ αγέρι της στην πόρτα μας φέρνει
κι η δροσιά του αρκεί να σκορπίσει ως τ’ αύριο
μοίρα καλή. Δώρο μου εσύ!
Αγαπημένε,
η μορφή σου εικόνα ιερή μες στο αίμα μου.
Πια δεν πονώ, μήτ’ αργοσβήνω.
Σ’ έναν κόσμο μουντό μια αχτίδα υπόσχεται
πως ακόμα χαρά απ’ το σκοτάδι θα υφαίνει,
πως ακόμα μ’ αγάπη το αύριο θα ραίνει.

Τα ποιήματα φιλοξενούνται στο συλλεκτικό έργο με τίτλο "Συνομιλώντας με τον Τάσο Λειβαδίτη", εκδόσεις Όστρια.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου