Πέμπτη, 19-10-2023
Δημοσιευμένη εδώ
Δημοσιευμένη εδώ
Αρχισυντάκτης ο: Δημήτρης Μπονόβας
Θα μπορούσα να πω ότι είναι η συνήθεια που έχει γίνει λατρεία. Με τη Στέλλα γνωριζόμαστε αρκετά χρόνια, παρακολουθώ την πορεία της και είμαι πάντα εκεί, να τη στηρίζω σε κάθε καινούργιο βήμα που επιχειρεί. Έτσι και τώρα λοιπόν, με το παραμύθι της που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ελκυστής, το «Μια φορά κι έναν καιρό…»
Για να δούμε, τι έχει να μας πει κι η ίδια γι’ αυτό.
1) Θ’ αρχίσω λίγο διαφορετικά αυτή τη φορά, ρωτώντας το εξής, υπάρχει κάποια συγγραφική μορφή που να μην έχεις δοκιμάσει; Γενικά, σου αρέσει να πειραματίζεσαι σε κάθε σου προσπάθεια;
Σ.Π. : Ευτυχώς, υπάρχουν πάρα πολλές ποιητικές φόρμες με τις οποίες δεν έχω καταπιαστεί ακόμα. Και λέω ευτυχώς, γιατί μου αρέσει η πρόκληση της δημιουργίας. Μου δίνει την ευκαιρία να πειραματιστώ περισσότερο στη συγγραφή ποιημάτων διαφορετικής τεχνικής από κείνες που έχω οικειοποιηθεί έως τώρα.
2) Καινούργιο βιβλίο λοιπόν, παραμύθι. Πώς και πήρες την απόφαση να ασχοληθείς με αυτό το είδος;
Σ.Π. : Η απόφασή μου να γράψω παραμύθι προέκυψε εντελώς τυχαία, μιας κι η αρχική μου σκεπτική ήταν να δοκιμαστώ σε μια νέα για μένα ποιητική φόρμα, το λίμερικ. Ξεκινώντας το ταξίδι της συγγραφής αυτών των σύντομων ποιημάτων, που διακρίνονται για το ευχάριστο, ανάλαφρο και χιουμοριστικό περιεχόμενό τους, γεννήθηκε στο μυαλό μου η ιδέα να τα συνδέσω μεταξύ τους και, προσαρμόζοντας κατάλληλα το ύφος και τη θεματολογία τους, να γράψω μια ολοκληρωμένη ιστορία για παιδιά. Είναι ένα εγχείρημα που είχα επαναλάβει και στο παρελθόν, όταν έγραφα το βιβλίο μου «Αύγουστος, ποίηση σε μορφή τάνκα», στο οποίο και πάλι συνέδεσα όλα τα τάνκα που είχα γράψει τότε με κοινή θεματική, παρουσιάζοντας στον αναγνώστη μια συγκινητική ερωτική ιστορία. Στην ουσία, με το νέο μου βιβλίο υπηρετώ ταυτόχρονα δύο λογοτεχνικά είδη, την ποίηση και το παραμύθι. Με το παραμύθι έρχομαι για πρώτη φορά σε επαφή ως συγγραφέας και, ομολογώ, με δυσκόλεψε αρκετά ως εγχείρημα, καθώς επιδίωξα, πέρα από το να παρουσιάσω στον αναγνώστη μια διασκεδαστική κι ενδιαφέρουσα παιδική ιστορία, να του περάσω ταυτόχρονα κι αρκετά σημαντικά μηνύματα ως ηθικό δίδαγμα, απαραίτητο στοιχείο για τη διαμόρφωση μιας υγιούς και άρτιας δομημένης προσωπικότητας.
3) Το λίμερικ τι είναι ακριβώς; Μπορείς να το εξηγήσεις στους αναγνώστες μας;
Σ.Π. : Το λίμερικ είναι μια σπάνια, πλέον, στις μέρες μας παραδοσιακή φόρμα ποίησης, αρκετά σύντομη, μόλις πέντε στίχων, που τη συναντάμε για πρώτη φορά το 1820, στην ομώνυμη πόλη της Ιρλανδίας, το Λίμερικ, αν και κάποιες πηγές μαρτυρούν την άνθισή της και κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Ακολουθεί την ομοιοκαταληξία ααββα, που σημαίνει ότι ο πρώτος στίχος του ποιήματος ομοιοκαταληκτεί με το δεύτερο και τον πέμπτο και ο τρίτος στίχος του ομοιοκαταληκτεί με τον τέταρτο. Το λίμερικ χαρακτηρίζεται για τη χιουμοριστική του διάθεση, το συμπυκνωμένο του νόημα και το ανάλαφρο περιεχόμενό του. Η ιστορία του καταλήγει σε ανέκδοτο, γι’ αυτό, άλλωστε, είναι κι αρκετά διασκεδαστικό στα παιδιά.
4) Τι να περιμένουμε λοιπόν από την κυρία Φαντασμένου;
Σ.Π.: Η Αγλαΐα Φαντασμένου είναι η κεντρική ηρωίδα της ιστορίας του παραμυθιού, η οποία, λόγω της φιλοδοξίας της, της απληστίας της, του υπέρμετρου εγωισμού της και της λανθασμένης εντύπωσης που τρέφει για το πραγματικό νόημα της ευτυχίας στη ζωή του ανθρώπου, αφήνει τον χρόνο να περνάει από δίπλα της ανέπαφος, χωρίς ν’ απολαμβάνει τις στιγμές της καθημερινότητάς της και χωρίς να εκτιμά την αγάπη που της προσφέρεται με διάφορους τρόπους ως δώρο. Η ματαιοδοξία της διαμορφώνει αρνητικά τον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά της, κι αναπόφευκτα την οδηγεί σε μεγάλες περιπέτειες. Με πυξίδα το παράλογο και με τιμόνι τη μαγεία, καταφέρνει ν’ αλλάξει τη μοίρα της ολοκληρωτικά. Κι ενώ αυτό είναι απ’ την αρχή η επιδίωξή της, στο αποκορύφωμα της τρέλας της συνειδητοποιεί ότι δεν της χαρίζει ευτυχία. Πώς, όμως, μπορεί να γυρίσει πίσω τον χρόνο και να διεκδικήσει τη ζωή που αρνήθηκε και πια δε δικαιούται; Πώς μπορούμε να το κάνουμε κι όλοι εμείς, όταν συνειδητοποιήσουμε στην πορεία της ζωής μας πόσο λάθος ζυγίζουμε τους δικούς μας ανθρώπους, τις δικές μας καταστάσεις και τις δικές μας στιγμές; Υπάρχει δυνατότητα για επανόρθωση;
5) Σε τι ηλικίες απευθύνεται το βιβλίο σου; Είναι μόνο για μικρά ή και για μεγάλα παιδιά όπως λέει και η περιγραφή του;
Σ.Π. : Το βιβλίο μου τυπικά προορίζεται γι’ αναγνώστες οκτώ ετών και άνω. Όμως, αναμφίβολα, δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά. Τα μηνύματα που περνάει ως μαθήματα και παθήματα ζωής απευθύνονται και στους ενήλικες.
6) Απ’ ότι βλέπω η ποίηση ή, για να το θέσω καλύτερα, ο έμμετρος λόγος σε ακολουθεί κι εδώ. Είναι κάτι που επιδιώκεις ή σου βγαίνει αυθόρμητα; Και γενικότερα μιλώντας, έχοντας ασχοληθεί με όλες αυτές τις συγγραφικές μορφές, ποια είναι αυτή που προτιμάς;
Σ.Π. : Όλες οι παραδοσιακές φόρμες του παρελθόντος επιβάλουν στο ποίημα το μέτρο. Άλλωστε, γι’ αυτό ονομάζονται και παραδοσιακές. Αποφεύγουν την ελεύθερη έκφραση κι ορίζουν αυστηρούς κανόνες συγγραφής. Προσωπικά μιλώντας, λόγω του ότι ασχολούμαι και με τη στιχουργική, προτιμώ την έμμετρη ποίηση, παρόλο που έχω γράψει και ποιήματα σε ελεύθερο στίχο. Αυτό δε σημαίνει ότι δε δυσκολεύομαι ως δημιουργός ν’ ακολουθήσω πιστά τους κανόνες. Μερικές φορές, δε σουκρύβω ότι παρεκκλίνω εις γνώση μου, για να δώσω ένα καλύτερο νοηματικό αποτέλεσμα, που για μένα είναι και το ζητούμενο ακόμα και στην έμμετρη ποίηση. Και φυσικά, τ’ ομολογώ, δε με ενθουσιάζουν όλες οι ποιητικές φόρμες. Το γεγονός, όμως, ότι θεωρώ χρέος μου ν’ ασχοληθώ με τις περισσότερες απ’ αυτές, ως υπηρέτρια της παραδοσιακής ποίησης, μου δείχνει το δρόμο της δημιουργίας και με διευκολύνει. Δεν τρέφω αδυναμία σε κάποια συγκεκριμένη φόρμα, καθώς η έμπνευση, όταν με επισκέπτεται σε ανύποπτη στιγμή, ορίζει από μόνη της προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί το χέρι μου και ποιο ποιητικό δρόμο θ’ ακολουθήσει.
7) Πολλοί νομίζουν ότι το να γράψεις ένα παραμύθι είναι εύκολο. Εσύ τι λες;
Σ.Π. : Δεν είναι καθόλου εύκολο, θα πω. Κι αυτό γιατί τα παιδιά είναι οι πιο απαιτητικοί αναγνώστες, αυτοί που δε ξεγελιούνται με μετριότητες κι επιτηδευμένες ιστορίες που υποτιμούν τη νοημοσύνη τους, δε διαβάζουν με το ζόρι όταν κάτι δεν τους αρέσει και δε λένε ψέματα για να ικανοποιήσουν την προσδοκία του συγγραφέα. Γι’ αυτό κι ο συγγραφέας που επιθυμεί να γίνει αποδεκτός κι αγαπητός στα παιδιά, πρέπει να προσέξει διπλά και τριπλά αυτό που θα τους παρουσιάσει, τον τρόπο με τον οποίο θα το κάνει κι έπειτα να τολμήσει με υπευθυνότητα και σεβασμό απέναντί τους.
8) Το έργο αυτό, έχει στοιχεία από εσένα; Θα βρούμε τη Στέλλα μέσα στους στίχους της;
Σ.Π. : Πολλές φορές βλέπω τη Στέλλα στην ηρωίδα μου. Έχω υπάρξει κι εγώ ματαιόδοξη, εκνευριστική, πεισματάρα, ξεροκέφαλη και, φυσικά, πολλές φορές έφτασα στο σημείο ν’ αναγνωρίσω τα λάθη μου καθυστερημένα και να αισθανθώ ότι ξεπέρασα τα όρια του μέτρου από εγωισμό. Το ζήτημα είναι τα μαθήματα ζωής που παίρνουμε στο διάβα μας να μας γίνονται μάθημα κάποια στιγμή και να μην επαναλαμβάνονται από αμέλεια κι απερισκεψία.
9) «Μια φορά κι έναν καιρό…» έτσι ξεκινούν όλα τα παραμύθια. Τελειώνουν όμως με το «κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα»;
Σ.Π. : Δεν ξέρω αν φταίει η ρομαντική πλευρά του εαυτού μου, αλλά, ναι, εγώ θέλω σε όλες τις ιστορίες μου να υπάρχει το αίσιο τέλος. Ίσως, γιατί αυτό επιδιώκω και στην πραγματική μου ζωή.
10) Να περιμένουμε σύντομα κάτι καινούργιο;
Σ.Π. : Ελπίζω κι εύχομαι τη νέα χρονιά να κυκλοφορήσει ένα ακόμα βιβλίο μου, μυθιστόρημα αυτή τη φορά, κοινωνικού περιεχομένου.
Στέλλα, σε ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο που μας διέθεσες και σου ευχόμαστε ολόψυχα κάθε επιτυχία στο έργο σου!!!
Εγώ ευχαριστώ, Δημήτρη, που γι’ ακόμα μια φορά φιλοξενείς κι εμένα και το έργο μου στο πολύ αξιόλογο περιοδικό σου. Εύχομαι με τη σειρά μου κάθε καλό στην προσωπική, επαγγελματική και συγγραφική σου πορεία και κάθε όνειρό σου να γίνει γρήγορα πραγματικότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου