Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Στέλλα Πετρίδου: Συμμετοχή στο "Ανθολόγιο 2017", Αιολικά Γράμματα

Λέσβος

Και ποιος να πει; Και τι να πει;
Τέτοια ομορφιά ποιος ν’ αρνηθεί
ματιά να ρίξει;
Πώς να χορτάσει τη στιγμή;
Πώς μ’ ένα αχ κι ένα γιατί
να μη δακρύσει;

Είναι το πράσινο, το μωβ,
είναι το κόκκινο, το ροζ
των λουλουδιών της.
Είν’ το γαλάζιο τ’ ουρανού,
το χρώμα του μεσημεριού,
ο στολισμός της.

Του παραδείσου οι γωνιές
και του πηλού οι ομορφιές
στην αγκαλιά της.
Στα ακρογιάλια δυο βουτιές,
χαμόγελα και μυρουδιές
μες στην ποδιά της.

Μνήμες γνωστές και ξακουστές,
των ποιητών μας οι φωνές
ακόμα ηχούνε
και των αγίων προσευχές,
πιστών προσκυνητών ωδές
εκείνη υμνούνε.

Σε χίλιους κήπους σεργιανά,
σπίτι αρχοντικό ζητά
και δάσος πέτρα.
Ψηλό βουνό να ανεβεί,
φωνή παντού να ακουστεί
κυρά κι αφέντρα.

Μέσα στο πέλαγο χαρά.
Στα όνειρά μας δυο φτερά,
ζωή χαρίζει.
Λέσβος, Αιγαίο, ζωγραφιά!
Ηλιοβασίλεμα φωτιά
παντού σκορπίζει!

****

Φόρο τιμής στον Βρετανό ποιητή Wilfred Owen
(Εμπνευσμένο από το ποίημά του «Dulce et decorum est» ή αλλιώς «Γλυκός και δίκαιος θάνατος»)

Μα η ειρήνη είναι εδώ και χτίστηκε με πόλεμο
κι η ιστορία της βαριά σα βάφτηκε με αίμα.
Κάποιος θυμάται έναν δικό του, μόνος και πενθεί,
το στρατιώτη που σκληρά κι απάνθρωπα εχάθη.

Για την πληγή του φλέγεται που μένει ανοιχτή.
Στο σπίτι του κάπου μακριά γυναίκα ακόμη κλαίει,
μάνα, μητέρα, αδερφή, κόρη και εγγονή
Ακόμα η σειρήνα του πολέμου αντηχεί.

Νεκρός στο χώμα κείτεται, κάπου, σε ξένο τόπο.
Ίσως να γλίτωσε κανείς χαμένος στο σκοτάδι,
μα ποιος να τρέξει να τον βρει και να σταθεί σε κείνον
τυφλός, κουτσός, κωφός, μουγκός, απόμεινε να ζει.

Για την πατρίδα ήρωας, παράσημα στο στήθος,
μα στην ψυχή του σκοτεινιά κι ένας καημός μεγάλος,
να μη μπορεί ούτε λεπτό τη λύπη να κοπάσει,
να πνίγεται σε όνειρα, σε ζωντανή κραυγή.

Στο αίμα των δακρύων του, στη λησμονιά του κόσμου
ποτίζει την ορφάνια του, το παρελθόν που καίει,
στους ήρωες που χάθηκαν για το πιο λάθος ψέμα,
πως είν’ γλυκός και δίκαιος ο θάνατος που ανθεί.

Γλυκός, γλυκός ο θάνατος, πατρίδα των ηρώων!
Αχ, να ’ξερες τι πέρασαν τα πιο καλά παιδιά σου,
εκείνα που σπαρτάραγαν ψυχή να παραδώσουν,
τη λύτρωση στην κόλαση που χάθηκαν να βρουν.

Μα σαν το τέλος έφτασε και σφράγισε τον πόνο
και έσπειρε χαμόγελο κι ανάσανε ο καημός
ένα λουλούδι άνθισε σε χώμα ξεχασμένο,
τιμή σ’  εκείνον τον καιρό που έβρεχε ο λυγμός.

Ποτέ, ποτέ, ποτέ ξανά να μην κυλήσει αίμα.
Ας είναι τούτο το στερνό, ανάμνηση ακριβή
κι ο ποιητής που σκίρτησε στο πιο μοιραίο ψέμα,
φόρο τιμής στο έργο του που έσωσε τη στιγμή.

****

Γλυπτών Παλιννόστησις - Ο μονόλογος του πόνου

Εδώ να μείνω με προστάζεις, ξένε ιππότη,
μη λογαριάζω πια καιρούς και ιστορία, 
δόξες που κύλησαν και χάραξαν πορεία 
πατώντας χώματα ιερά, θρησκευτικά.

Βαθιά πληγή μου θρόνος γίνηκε μεγάλος,
αρχοντική γωνιά, φωλιά βασιλική 
και γη που αγκάλιασε τη νέα μου ζωή 
δάκρυ σκορπώντας στη θλιμμένη μου καρδιά.


 Μα άδειο κορμί μου, άδεια η φωνή μου, τι θα γίνω;
Άδεια τα χέρια κι άδειο φως λυπητερό. 
Το παρελθόν παλεύει σ’ άδειο ουρανό 
και το φεγγάρι μου έχει πέσει στο σκοτάδι.

Δε λες κουβέντα κι όμως βλέμμα σε ποτίζω
από κορμί που τρεμοπαίζει κουρασμένο. 
Σαν το φτερό χαροπαλεύει ξεφτισμένο 
και λαβωμένο μπρος βοήθεια ζητάει.

Διπλό το όχι, πίσω πάλι δε γυρίζω,
μα σαν το σπίτι μου κανείς και πουθενά 
κι αν δόξες τάζουν τα παλάτια τ’ ακριβά, 
μια η χαρά, η γη που γέννηση σκορπάει.

Εδώ κι αν μείνω, χαρά του χρόνου δε θα γίνω.
Νοσταλγικά θρηνώ καιρούς και ιστορία, 
δόξες που κύλησαν και χάραξαν πορεία, 
μα το παρόν μου αλυσίδα το κρατάει.

Κι αν η πληγή μου θρόνος γίνηκε μεγάλος,
αρχοντική γωνιά, φωλιά βασιλική, 
μια πλάνη μου ’κλεψε για πάντα τη ζωή 
ριζώνοντάς με στην πικρή τη ξενιτιά σου.

Ένα ζητώ, ένα ζητώ παρακαλώ σε,
ένα μονάχα τ’ όνειρό μου το στερνό, 
χώμα να αγγίξω της πατρίδας μου ζεστό, 
τα περασμένα να γκρεμίσω στην υγειά σου.

****

Μαρτισόρ

Ήτανε όμορφη η γιορτή, χιλιοτραγουδισμένη,
με κέφι, γλέντια και χορούς που τις καρδιές μεθούσαν
και στόλιζε τον κήπο της με αύρα ανθισμένη
και με τις ρόδινες φωνές οι άγγελοι γελούσαν.

Κι ο Ήλιος πότιζε με φως τριγύρω της καθάριο
να λούζεται χρυσόσκονη στην κάθε της στιγμή.
Μα τι καημός τον χτύπησε σαν ’να μαράζι άγριο;
Εζήλεψε κι εκείνος τη γλυκιά της χαραυγή.

Κι η απόφαση ν’ ανταμωθεί με τη χαρά επάρθη.
Άνδρας γενναίος ζηλευτός με ομορφιά και χάρη
μεταμορφώθη στη στιγμή και για τη γη ετάχθη
από κοντά να βυθιστεί στη γιορτινή της ζάλη.

Πράσινο του περιβολιού, πολύχρωμα τα άνθη
και το γαλάζιο τ’ ουρανού, ποια άνοιξη δεν το ποθεί;
Μα στη χαρά μισή χαρά κι ο φθόνος φθόνο πλάθει
και το κακό καραδοκεί αγέρας ν’ απλωθεί.

Κι ο δράκος, γίγαντας σκληρός, τολμά να τη λερώσει,
ν’ αρπάξει τον γενναίο της, τον Ήλιο τον αφέντη,
από το σβέρκο του με βια να τον περικυκλώσει
και με τα αιώνια δεσμά για πάντα να τον βρέχει.

Κι ο νέος, όμηρος στη γη, Ήλιος που ήτανε καυτός,
εγκλωβισμένος σε στενή υπόγεια φυλακή,
βαθύ σκοτάδι σκέπαζε, ανήμπορος αετός,
τη γη που κάποτε άνθιζε με φως κάθε πρωί.

Αχ, τι καημός αβάσταχτος, τι πόνος και κακό!
Ποιος είδε πάλι Άνοιξη με κρύο και σκοτάδι
μες στο χιονιά να λαχταρά κελάηδισμα γλυκό
χελιδονιού που έρχεται αγγελικά σα χάδι;

Ο Ήλιος, δέσμιος, σκυφτός, σ’ ένα υπόγειο στεγνό
με δίχως θέα στο χιονιά, με δίχως οξυγόνο,
θρηνεί τη νιότη του βαθιά, το λαμπερό του φως
και μαραμένος λούζεται με παγωνιά και πόνο.

Μα ξάφνου η τύχη φάνηκε σαν μηχανής θεός.
Σύντροφοι, που ποθήσανε το κρύο να γλυκάνει,
γροθιά του δράκου δώσανε και χάθηκε κι αυτός
κι ελεύθερο αφήσανε τον Ήλιο να ζεστάνει.

Μα ένας σύντροφος μικρός που πάλεψε με πάθος,
αδύναμος λαβώθηκε με δαγκωνιά μαχαίρι,
άγρια σα τον μάτωσε στο πάλεμα ο δράκος
κι εκύλησε το αίμα του στο χιόνι από το χέρι.

Κόκκινο αίμα στο χιονιά, μπερδεύτηκε το χρώμα
και ο μύθος ρίζωσε βαθιά για πάντα να ανθίζει.
Πρώτη Μαρτίου ήτανε που μύριζε σαν τώρα,
το «Μαρτισόρ» που πλέκουνε οι νεαροί γνωρίζει.

****

Το Μάη

Το Μάη θα μου κάνω μια ευχή
να γίνει η ελπίδα μου ζωή αληθινή,
να βγει απ' τ' όνειρό σαν πελαγίσιο φως
και να ντυθεί της Άνοιξης καθάριος ουρανός.

Το Μάη θα μου κάνω μια ευχή
ν' ανθίσει ο δρόμος μου ξανά απ' την αρχή.
Το Μάη θα μου κάνω μια ευχή
να 'χω το βλέμμα μου στραμμένο στην ψυχή.

Τα ποιήματα συμπεριλαμβάνονται στο "Ανθολόγιο 2017", εκδόσεις Αιολικά Γράμματα, Αθήνα 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου