Τρίζουν οι λέξεις εντός σου.
Κι εσύ,
εσύ, πουλί διψασμένο από θάνατο,
σκυθρωπό τριγυρνάς στο κλουβί σου
τη χαρά των φρουρών σου ν’ ανθίσεις.
Μια ανάσα τυλίγει το είναι σου,
ένας βαρύς αναστεναγμός
κι ένα γιατί μουχλιασμένο απ’ το χρόνο
που βαραίνει σα μπόρα τη θλίψη.
Κομμάτια τα λάθη που διάλεξες,
θρυμματισμένη αντοχή.
Χαρά δεν ένιωσες στο στήθος,
μήτε το ρίγος γνώρισε το κρύο σου κορμί,
μήτε ο πόθος πότισε τα θέλω σου ζωή.
Το σκοτάδι βαφτίζεται φόβος.
Η φόβος ντύνεται ανάγκη
κι η ανάγκη δίνει τροφή στη μοναξιά.
Οι λέξεις δεν έχουν νόημα πια.
Η σιωπή χαρίζει τη μιλιά της στον αγέρα.
Κι ο αγέρας, άρχοντας,
σκορπίζεται παντού το μεσονύχτι,
την ώρα που τα όνειρα ζεσταίνουν
τις ψυχές που νοσταλγούν αυτό το τίποτα,
αυτό, που στα κρυφά των προσευχών
μεταμορφώνεται σε γιγάντιο κάτι.
Κι η φωνή,
μια σπίθα ακόμα δυνατή,
χτενίζει το κενό της βήμα βήμα
δίνοντας χαρά στα μυστικά υπόγεια,
κει, που βρίσκουν καταφύγιο απ’ τις ντροπές τα θέλω.
Δύσκολος ο δρόμος της σιωπής.
Τρίζουν οι λέξεις εντός σου.
Μα πώς να γίνουν θάρρος και αλήθεια
αν το πουλί που τάχα θέλησες να ’σαι
δε βρει τη δύναμη κι απ’ το κλουβί να βγει
στα πέρατα του κόσμου να πετάξει;
Δύσκολος ο δρόμος της σιωπής.
Δύσκολος.
Δύσκολος πολύ.
Στέλλα Πετρίδου
Το ποίημα συμπεριλαμβάνεται στην ανθολογία "τό κοράλλι, 150 βραβευμένα ποιήματα - 1ος Πανελλήνιος Διαγωνισμός ποιήματος" των εκδόσεων "Κοράλλι", Αθήνα 2020.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου