Μισόγυμνος σέρνεσαι στης μοίρας το δρόμο,
εκεί, που οι άρχοντες σου φέρανε πόνο.
Τη θάλασσα εμάγεψες γαλήνη να ’ρθει,
μα τώρα στο χέρι σου μαντήλι πενθεί.
Που πήγαν τα όνειρα καημένε ιππότη;
Τουφέκι εκράτησες στη μάχη την πρώτη.
Τον ύμνο εδόξασες, φωνή δυνατή,
να μάθει τη χώρα σου όλη η γη.
Με άλογο πέρασες βουνό πεδιάδα,
σημαία κυμάτισες να φέρεις Ελλάδα,
να μάθουν ο Έλληνας πως είν’ δυνατός.
Κουράγιο στην πέννα σου, να φύγει ο οχτρός!
Απρίλεψε κι έρωτας χορεύει, γελάει,
μα έλα που η φτώχεια σου την πόρτα χτυπάει.
Το στέρνο σου μάτωσες, σπουργίτι γυμνό.
Ποιος τάχα σε λάβωσε και κλαίς μοναχό;
Στη γλάστρα σου εφύτεψες λουλούδι θλιμμένο.
Δε στέκει μονάχο του, λυγά ξεχασμένο.
Ψυχή που υπέφερες, πως ξέρεις κι ανθείς;
Σαν τρέμεις τον ίσκιο σου, φοβάσαι, ριγείς.
Μα πάλι σαν άνεμος τη σκέψη σκορπάει,
ζεσταίνει η ανάμνηση, σπαθί που μεθάει.
Ορθώνεις ανάστημα, κραυγή ν’ ακουστεί,
να σώσεις ό,τι έμεινε κι ακόμα επιζεί.
Κι αν έρημος σέρνεσαι στης μοίρας το δρόμο,
εκεί, που οι άρχοντες σου φέρανε πόνο,
ελπίδα φορτώνεσαι να φέξει ένα φως,
να σώσεις τη χώρα σου ξανά δυνατός.
Τις φλέβες σου σαν πότισες λευκό γαλάζιο αίμα,
χίλιες φορές να καίγεσαι, πάλι θα καμαρώνεις!
Στέλλα Πετρίδου
Το ποίημα με τίτλο "Έλλην" γράφηκε έχοντας ως πηγή έμπνευσης το έργο του Διονύσιου Σολωμού "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι" και περιέχεται στο δεύτερο τόμο του Ε.Π.Ο.Κ. με τίτλο "ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 2016".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου