Μέρα ανυπόφορη μέσα στο πλήθος
φωνές, φασαρία, βρισιές, πανικός.
Συνήθεια μου το ’πανε κι ήτανε ίσως
Μέρα μισόγυμνη, ψέμα κι απάτη,
θλιμμένη τη γνώρισα σε άγριο καιρό
να τρέχει σα σίφουνας ν’ αγγίξει το κάτι,
μα εγώ στη γωνιά της να βλέπω κενό.
Μέρα του σήμερα την είδα ως κύμα.
Στο χθες μου υπόσχεση στεκόταν θερμή.
Μα χάθηκα πίσω της και μου ’μεινε κρίμα
με δίχως υπόνοια το αύριο να ’ρθει.
Μέρα αδίστακτη με πείσμα και πάθος
με βρήκε στα δίχτυα της να στάζω φωτιά.
Μονάχος και έρημος στο πύρινο βάθος
ισόβια τάχθηκα μ’ ελπίδα καμιά.
Νύχτα ανίκητη, της θύμησης πάλη,
σφεντόνα με πέταξε απ' το πριν στο μετά.
Μια μόνιμη άρνηση η χαρά η μεγάλη.
Θαμμένη την έχασα στο γκρι πουθενά.
Νύχτα που πρόλαβα στιγμή της να ζήσω,
στα στήθη την κράτησα κρυφό μυστικό.
Για κείνες που μ’ έζωναν να μένω ξωπίσω,
παρέα μου πόθησα ένα φίλο αγνό.
Νύχτα που έφτασε ο κόμπος στο χτένι,
τους δρόμους περπάτησα τη μέρα να βρω.
Σ’ υπόγειο αντάμωσα ψυχή να προσμένει.
Στα χέρια την κράτησα μικρό θησαυρό.
Νύχτα που ρίζωνε το φως στο σκοτάδι,
το χάδι της ένιωσα να ρέει απαλά.
Γλυκά μου νιαούρισε μια λέξη, αγάπη
και μ’ όρκο μου έταξε πιστή συντροφιά.
Στέλλα Πετρίδου
Το ποίημα απέσπασε τον Α' Έπαινο στον 7ο Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό
Ζωοφιλίας, στην κατηγορία «ποίηση», το έτος 2018
Περιλαμβάνεται στην ανθολογία «Ταξίδι στην τρυφερότητα», τεύχος 4
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου